μελλολέων

μελλολέων
μελλολέων, ὁ (Α)
αυτός που πρόκειται να γίνει λέων, δηλαδή να αφιερωθεί στη λατρεία τού Μίθρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλλω + λέων (πρβλ. χαμαι-λέων)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • λέων — I Όνομα λογίων της βυζαντινής περιόδου. 1. Λόγιος και κληρικός (9ος αι.). Σοφός δάσκαλος με ευρεία εγκυκλοπαιδική μόρφωση και σκέψη, άκμασε την εποχή κατά την οποία στο Βυζάντιο σημειώθηκε μια αξιόλογη πνευματική άνθηση επί Θεοφίλου και Μιχαήλ Γ’ …   Dictionary of Greek

  • μέλλω — (ΑM μέλλω) 1. προτίθεμαι, σκοπεύω, έχω στον νου μου να κάνω κάτι («ἐγὼ κτενεῑν ἔμελλον πατέρα τὸν ἐμόν», Σοφ.) 2. (το γ εν. ενεστ. και πρτ. ενεργ. και μέσ. ως απρόσ.) α) μέλλε πρόκειται να... ή είναι ενδεχόμενο να... ή είναι πεπρωμένο να... β)… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”